Refractive Errors

ΜΥΩΠΙΑ

  Η μυωπία είναι μια διαθλαστική ανωμαλία της όρασης που δυσκολεύει την εστίαση σε μακρινή απόσταση.
Ετυμολογικά προκύπτει από την αρχαία ελληνική λέξη ”μύωψ” επειδή κάποιος με μυωπία συνηθίζεται να κλείνει/σφίγγει ελαφρώς τα μάτια του (μύω) για να δει καλύτερα (ὤψ).
Η κύρια αιτία της μυωπίας είναι το αυξημένο αξονικό μήκος του οφθαλμού (δηλαδή το προσθιοπίσθιο μέγεθος του βολβού) με αποτέλεσμα το φως να εστιάζεται μπροστά από τον αμφιβληστροειδή αντί πάνω σε αυτόν. Σε λιγότερες περιπτώσεις η μυωπία μπορεί να οφείλεται στην αυξημένη ισχύ του κρυσταλλοειδή φακού ή του κερατοειδούς, ενώ μυωπία δύναται να προκαλείται φαινομενικά και από διαταραχές των παραπάνω (καταρράκτης, κερατόκωνος, σπασμός προσαρμογής κ.ά.)

Η μυωπία μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την καθημερινότητα, όπως την οδήγηση, την παρακολούθηση τηλεόρασης, την αναγνώριση προσώπων κ.ά. , ωστόσο μπορεί να διορθωθεί εύκολα με γυαλιά οράσεως, φακούς επαφής ή μεθόδους διαθλαστικής χειρουργικής, ανάλογα με τις ανάγκες κάθε ατόμου.

 

 

ΑΣΤΙΓΜΑΤΙΣΜΟΣ

 

Ο αστιγματισμός είναι μια κοινή διαθλαστική ανωμαλία που προκαλεί θολή ή παραμορφωμένη όραση τόσο σε κοντινές όσο και σε μακρινές αποστάσεις, με τα συμπτώματα να επιδεινώνονται σε συνθήκες ημί-φως και χαμηλού φωτισμού.
Οφείλεται επί το πλείστο στην καμπυλότητα του κερατοειδούς, η οποία διαφοροποιείται σε κάθε άξονα, βρίσκοντας συνήθως το κυρτότερο (πιο καμπυλωτό) σχήμα στον κατακόρυφο και το πιο επίπεδο στον οριζόντιο άξονα.  (*εικόνα simple+τοπογραφίας*)
Η παραπάνω μορφή αστιγματισμού λέγεται «σύμφωνα με τον κανόνα» και η αντίθετη περίπτωση «παρά τον κανόνα». Όταν οι άξονες είναι σε πλάγιες μοίρες, ο αστιγματισμός λέγεται λοξός, ενώ όταν δεν υπάρχει συμμετρία ονομάζεται ανώμαλος αστιγματισμός. (*ancor link: ανώμαλος κεραοτειδής,κερατόκωνος,εκτασία,pmd, πτερύγιο, μόσχευμα *)

Η παραμόρφωση που προκαλεί ο αστιγματισμός στην όραση είναι ακριβώς αυτή που ορίζει η λέξη: ένα φωτεινό στίγμα δεν είναι σημειακό, δηλαδή είναι α-στιγματικό
Ένα παράδειγμα για να γίνει πιο κατανοητή η αιτία του αστιγματισμού είναι η σύγκριση μίας μπάλα του ράγκμπι (ελλειπτική), με αυτή του ποδοσφαίρου (τέλεια σφαίρα).
Έτσι, οι φωτεινές ακτίνες που εισέρχονται στο μάτι κάμπτονται περισσότερο ή λιγότερο σε κάθε άξονα, επηρεάζοντας την εστίαση του φωτός στον αμφιβληστροειδή και προκαλούν ένα θολό είδωλο.
Σε λιγότερες περιπτώσεις υπάρχει “φακικός αστιγματισμός”, όπου η παραπάνω ανισο-καμπυλότητα βρίσκεται στον κρυσταλλοειδή φακό του οφθαλμού, ή υπάρχουν διαφοροποιήσεις στο δείκτη διάθλασης αυτού.

Καθώς ο αστιγματισμός προκαλείται από τον κερατοειδή και τον κρυσταλλοειδή φακό, μπορεί να συνυπάρχει με μυωπία ή υπερμετρωπία που οφείλονται στο μέγεθος του οφθαλμού. Αντίστοιχα, μπορεί να συνυπάρχει και με τη πρεσβυωπία η οποία οφείλεται στην αδυναμία προσαρμογής του φακού.

Η οπτική διόρθωση γίνεται συνήθως με γυαλιά ή φακούς επαφής, ενώ για να τα συνηθίσει ο διοπτροφόρος πιο εύκολα, πρέπει να αποφεύγονται ξαφνικές αλλαγές στην ισχύ και τον άξονα του.

 

 

ΥΠΕΡΜΕΤΡΩΠΙΑ

 

Η υπερμετρωπία είναι μια διαθλαστική ανωμαλία της όρασης, κατά την οποία το φως αντί να εστιάζεται ακριβώς πάνω στον αμφιβληστροειδή, εστιάζεται πίσω από αυτόν. Τα συμπτώματα της αδιόρθωτης υπερμετρωπίας μπορεί να είναι η θολή όραση μακριά και κοντά, ενώ περιλαμβάνουν την κοπιωπία, πονοκεφάλους και δυσκολία στη συγκέντρωση κατά την ανάγνωση ή την εργασία σε οθόνες.

Η υπερμετρωπία μπορεί να προκύψει λόγω μικρότερου μήκους του βολβού (αξονικού μήκους) του ματιού και σπανιότερα λόγω της μειωμένης διαθλαστικής ισχύος του κερατοειδούς ή του κρυσταλλοειδούς φακού.

Κατά τη γέννηση, ο βρεφικός και μετέπειτα παιδικός οφθαλμός είναι θεμιτό να είναι υπερμετρωπικός (δηλαδή μικρότερος σε μέγεθος), ώστε κατά την ανάπτυξη να αποκτήσει το τέλειο μέγεθος και να μην γίνει μυωπικό.
Όταν ένας άνθρωπος είναι υπερμέτρωπας δεν σημαίνει απαραίτητα ότι χρήζει διόρθωσης.
Κατά την παιδική ηλικία, οι βασικές ενδείξεις για διόρθωση της υπερμετρωπίας είναι : α) οι υψηλοί βαθμοί, ιδιαίτερα για την αποφυγή στραβισμού (σύγκλισης καθ’ υπερβολή/προσαρμοστική εσωτροπία), β) η μειωμένη οπτική οξύτητα και γ) η ανισομετρωπία (διαφορά των βαθμών μεταξύ των ματιών).
Κατά την εφηβεία και την ενήλικη ζωή η υπερμετρωπία δύναται να μένει αδιόρθωτη ή μερικώς διορθωμένη, με γνώμονα τη δυνατότητα προσαρμογής, τις απαιτούμενες κοντινές δραστηριότητες και τα συμπτώματα του ασθενούς.

 

Η αντιμετώπισή της γίνεται με συγκλίνοντες/θετικούς φακούς με τη μορφή γυαλιών ή φακών επαφής, οι οποίοι διορθώνουν την εστίαση των ακτίνων στον αμφιβληστροειδή, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις που κρίνεται κατάλληλο μπορεί να διορθωθεί με διαθλαστική χειρουργική.

 

ΠΡΕΣΒΥΩΠΙΑ
Η πρεσβυωπία είναι μια φυσική αλλαγή στην όραση που εμφανίζεται συνήθως μετά την ηλικία των 40 ετών και δυσκολεύει την εστίαση σε κοντινές αποστάσεις.

Προκαλείται από τη σταδιακή μείωση της προσαρμοστικής ικανότητας του κρυσταλλοειδούς φακού του οφθαλμού, με αποτέλεσμα οι καθημερινές δραστηριότητες, όπως η ανάγνωση βιβλίου ή η χρήση κινητού, να γίνονται πιο δύσκολες.

Υπάρχουν πολλές σύγχρονες λύσεις για την πρεσβυωπία, όπως τα πολυεστιακά γυαλιά οράσεως, τα μονοεστιακά (κοντινά) γυαλιά, οι πολυεστιακοί φακοί επαφής και οι φακοί επαφής με την εφαρμογή του τεχνάσματος της μονό-όρασης που μπορούν να σας βοηθήσουν να διατηρήσετε καθαρή και άνετη όραση στις κοντινές εργασίες ανεξαρτήτως ηλικίας.

Η πρεσβυωπία είναι αναπόφευκτη, αλλά η σωστή διάγνωση και αντιμετώπιση βελτιώνουν σημαντικά την ποιότητα ζωής των ασθενών.

Οι χειρουργικές τεχνικές για την ανακούφιση από τα συμπτώματα της πρεσβυωπίας έχουν κεντρίσει το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας, χωρίς όμως να έχει βρεθεί ακόμη μία θέσφατη λύση που να λειτουργεί για όλους. Οι συνήθεις προσεγγίσεις αξιοποιούν την αντίστοιχη τεχνολογία των πολυεστιακών φακών επαφής, ενώ κατά καιρούς έχουν προταθεί και πιο επαναστατικές τεχνικές όπως η δημιουργία προσαρμοστικού ενδοφακού ή η ένθεση ενδοκερατοειδικών δακτυλίων.